H ΥΓΕΙΑ είναι το πιο πολύτιμο αγαθό. Η Ευεξία τόσο η σωματική όσο και η πνευματική, αποτελεί ένα φυσικό και ενστικτώδες κομμάτι της καθημερινής μας ζωής. Σπανίως εκτιμάμε την πραγματική αξία της καλής υγείας μέχρι να αρρωστήσουμε.

ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ ΡΟΦΗΜΑΤΟΣ ΚΑΦΕ ΣΤΗΝ ΑΠΩΛΕΙΑ ΒΑΡΟΥΣ

Στους πράσινους κόκκους του καφέ, περιέχονται σε μικρές ποσότητες βιταμίνες του συμπλέγματος Β (νιασίνη & η πρόδρομη μορφή της η τριγονελλίνη, θειαμίνη, ριβοφλαβίνη, παντοθενικό οξύ, βιταμίνη Β6), βιταμίνη Ε και βιταμίνη C. Η θειαμίνη και η βιταμίνη C καταστρέφονται κατά το καβούρδισμα, ενώ η ποσότητα της νιασίνης αυξάνεται. Επιπλέον, στον καφέ ανιχνεύονται μικρές ποσότητες ανόργανων στοιχείων, όπως το κάλιο, το μαγνήσιο, ο φώσφορος, το ασβέστιο και το θείο, όπως επίσης και φαινολικά συστατικά και μη πηκτικά οξέα (όπως χλωρογενικά οξέα, λιγνάνες, καφεϊκό, οξαλοξικό, μηλικό, κιτρικό, ταρτικό οξύ κ.ά.), καθώς και διοξείδιο του άνθρακα και μελανοϊδίνες, που παράγονται από τις επιδράσεις Maillard, που λαμβάνουν χώρα κατά το ψήσιμο του καφέ. Η σύσταση του καφέ σε όλα τα μακροθρεπτικά και μικροθρεπτικά συστατικά του διαφέρει ανάλογα με την ποικιλία του καφέ, το χαρμάνι, το ψήσιμο και από το εάν περιέχει καφεΐνη. Κατά το ψήσιμο, παρατηρούνται σημαντικές μειώσεις στους υδατάνθρακες, στα χλωρογενικά οξέα, στα ελεύθερα αμινοξέα και στην τριγονελλίνη. Ο ντεκαφεϊνέ περιέχει χαμηλή συγκέντρωση καφεΐνης, σημαντικά μικρότερες συγκεντρώσεις πρωτεϊνών και νιασίνης, αλλά μεγαλύτερες συγκεντρώσεις μαγνησίου και καλίου.

Η καφεΐνη είναι μια λευκή κρυσταλλική ουσία με έντονη πικρή γεύση, που από χημική άποψη υπάγεται στα αλκαλοειδή της ξανθίνης (3,7-διυδρο-πουρινο-2,6-διόνη). Η περιεκτικότητα του καφέ σε καφεΐνη κυμαίνεται από ίχνη έως και 2,4% του ξηρού του βάρους και εξαρτάται από την ποικιλία του φυτού, το καβούρδισμα, το άλεσμα και τη μέθοδο παρασκευής του. Η απορρόφηση της καφεΐνης ξεκινάει από το στομάχι και ολοκληρώνεται στο λεπτό έντερο μέσα σε 30-60 λεπτά από την κατανάλωσή της, ενώ όταν προσλαμβάνεται παράλληλα με γεύμα, η απορρόφησή της καθυστερεί και ολοκληρώνεται σε περίπου 90 λεπτά. Όταν η καφεΐνη προσλαμβάνεται από ρόφημα καφέ, το 90% απορροφάται μέσα σε 20 λεπτά. Μετά την απορρόφηση, η καφεΐνη κατανέμεται σε ολόκληρο το σώμα (αίμα, εγκέφαλος, εγκεφαλονωτιαίο υγρό, σάλιο, διάφορα όργανα, ιδρώτας κ.ά.). Η καφεΐνη μεταβολίζεται κυρίως στο ήπαρ, μέσω του κυτοχρώματος. Ο μεταβολισμός της επηρεάζεται από γενετικούς παράγοντες, από τη χρήση φαρμάκων, καθώς και σε ασθένειες του ήπατος.

Κάποιες μελέτες έχουν αναφέρει μια οξεία αύξηση της λιπόλυσης με την κατανάλωση αλεσμένου καφεϊνούχου καφέ και στιγμιαίου καφεϊνούχου καφέ, αλλά όχι του ντεκαφεϊνέ. Μάλιστα, έχει αναφερθεί ότι η πρόσληψη καφεΐνης αύξησε περισσότερο τη λιπόλυση σε άτομα φυσιολογικού σωματικού βάρους, συγκριτικά με παχύσαρκους, αλλά αυτό δεν επιβεβαιώνεται από άλλους. Οι τέσσερις περισσότερο μελετημένοι μηχανισμοί με τους οποίους ο καφές ή τα συστατικά του μειώνουν το σωματικό βάρος είναι ο ανταγωνισμός των υποδοχέων της αδεσονίνης, οι αυξημένες συγκεντρώσεις κατεχολαμινών, ιδιαίτερα της επινεφρίνης, η αναστολή της φωσφοδιεστεράσης και η αύξηση του ενδοκυττάριου ασβεστίου, ενώ έχει αναφερθεί ότι μέρος της αυξημένης θερμογένεσης οφείλεται στην αύξηση του γαλακτικού οξέος, των τριγλικεριδίων και του αγειακού τόνου των μαλακών μυών.

Το αποτέλεσμα των μελετών, ως προς το ρόλο της κατανάλωσης καφέ στα καρδιαγγειακά νοσήματα και στους παράγοντες κινδύνου τους, είναι αντικρουόμενα και υπάρχει ανάγκη για περισσότερες καλά σχεδιασμένες κλινικές μελέτες. Ωστόσο, από τα διαθέσιμα δεδομένα, μπορούμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι η μέτρια κατανάλωση καφέ (2-3 φλιτζάνια ανά ημέρα) δεν φαίνεται να έχει δυσμενή επίδραση στον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων ή στους παράγοντες κινδύνου τους και πιθανώς να προσφέρει και ένα μέτριο όφελος, λόγω της υψηλής αντιοξειδωτικής ικανότητας του καφέ και των συστατικών του και της μείωσης της οξείδωσης της LDL χοληστερόλης. Όσον αφορά σε ασθενείς με καρδιαγγεικά προβλήματα, δεν έχουν εκδοθεί επίσημα οδηγίες ή συστάσεις που να αφορούν στην πρόσληψη καφεΐνης ή στην κατανάλωση καφέ και καλό είναι ο κάθε ασθενής να λαμβάνει καθοδήγηση από το θεράποντα ιατρό του, ανάλογα με την κατάσταση της υγείας του.

ΥΔΑΤΑΝΘΡΑΚΕΣ

Τροφές πλούσιες σε υδατάνθρακες είναι:

Το ψωμί, το ρύζι, τα ζυμαρικά, τα δημητριακά, οι πατάτες, τα αποξηραμένα φρούτα, τα όσπρια, η μαρμελάδα και το μέλι.

ΛΙΠΟΣ

Τροφές πλούσιες σε λίπος:

Το βούτυρο, η μαργαρίνη, τα λάδια, αλλαντικά και τυριά.

ΠΡΩΤΕΙΝΕΣ

Τροφές πλούσιες σε πρωτεΐνες είναι:

Το κρέας, το ψάρι, το τυρί και τα αυγά.